Πλειστηριασμοί εξπρές με το νέο πτωχευτικό
Διαδικασίες εξπρές για πτώχευση και εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων μέσω πλειστηριασμού προβλέπει ο νέος πτωχευτικός κώδικας που έχει τεθεί στη διαδικασία της διαβούλευσης.
Με το νέο πλαίσιο τα φυσικά πρόσωπα που φτάνουν σε αδυναμία πληρωμής των δανείων τους ή των οφειλών προς την Εφορία και τον ΕΦΚΑ θα οδηγούνται σε διαδικασία εκποίησης όλων των περιουσιακών τους στοιχείων, ακόμα και της πρώτης κατοικίας, εφόσον η οφειλή που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί είναι από 30.000 ευρώ και πάνω.
Εάν το τίμημα που προκύπτει από την εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων δεν καλύπτει την οφειλή, οι πιστωτές (τράπεζες, δημόσιο ή άλλοι) θα έχουν το δικαίωμα να κατάσχουν το εισόδημα του οφειλέτη που ξεπερνά τις ελάχιστες εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Η προστασία της πρώτης κατοικίας που προβλεπόταν με προηγούμενους νόμους (νόμος Κατσέλη, νόμος Σταθάκη, νόμος Φλαμπουράρη) καταργείται.
Η μόνη ενίσχυση που θα προβλέπεται πλέον είναι είτε η δυνατότητα επιδότησης του δανείου για ένα προσωρινό χρονικό διάστημα λόγω κορωνοϊού (πρόγραμμα Γέφυρα) ή η δυνατότητα των δανειοληπτών που θα χάνουν το σπίτι τους να το νοικιάσουν με σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης από έναν ιδιωτικό φορέα ο οποίος θα το αποκτά μέσω του πλειστηριασμού.
Εκτός από την απώλεια των κατοικιών και όλων των περιουσιακών στοιχείων, για τα νοικοκυριά, ο προωθούμενος νόμος καθιστά ιδιαίτερα εύκολη την πτώχευση επιχειρήσεων, επειδή έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο, ποσού, πάνω από 30.000 ευρώ!
Ειδικότερα, επιχειρείται η διευκόλυνση και επιτάχυνση των πτωχεύσεων και ιδίως των ρευστοποιήσεων, καθώς και η ενίσχυση της θέσης των πιστωτών, ιδίως δε των τραπεζών, αφού σε κάθε περίπτωση στη διαδικασία διάσωσης-εξυγίανσης επιχειρήσεων τίθεται ως βασικός κανόνας, χωρίς καμία εξαίρεση, ότι δεν θα χειροτερεύσει η θέση των πιστωτών.
«Γέφυρα» προς τους πλειστηριασμούς
Για την 1η κατοικία, ισχύει ένα πλαίσιο προστασίας και ενίσχυσης των δανειοληπτών, το πρόγραμμα «Γέφυρα» αλλά έχει διάρκεια μόλις 9 μηνών. Μετά δεν θα υπάρχει καμία απολύτως προστασία.
Σύμφωνα με το Σχέδιο Κώδικα παύει να υφίσταται κάθε είδους δικαστική προστασία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη στο πλαίσιο της πτώχευσης.
Επίσης, ακόμη και σε σχέση με την κύρια κατοικία του «ευάλωτου οφειλέτη», που έχει ετήσιο εισόδημα μέχρι 9.600 ευρώ, δεν λαμβάνεται καμία πρόνοια προστασίας της έναντι αναγκαστικής εκτέλεσης ή ρευστοποίησης, ενώ προβλέπεται είτε επιδότηση οφειλόμενων δόσεων, είτε δυνατότητα μεταβίβασης και επαναμίσθωσής της από ειδικό Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης.
Ο δανειολήπτης και ταυτόχρονα οφειλέτης στην Εφορία και στον ΕΦΚΑ, όταν τον κηρύξουν σε πτώχευση οι πιστωτές του, θα του ρευστοποιήσουν όλη την περιουσία (ακίνητα, πρώτη κατοικία, εξοχική, οικόπεδα, χωράφια, αυτοκίνητα κ.λπ.). Με το ποσό που θα συγκεντρωθεί θα αποπληρωθούν οι οφειλές που έχει.
Για την κύρια κατοικία του, η οποία πλέον, δεν θα ανήκει στον ίδιο αλλά στον νέο Φορέα-Fund, θα έχει την ευχέρεια να την νοικιάσει και αν είναι ευάλωτος να επιδοτείται το ενοίκιό του από το κράτος.
Η διάρκεια της μίσθωσης θα είναι 12 χρόνια και μετά θα έχει τη δυνατότητα να την αγοράσει ξανά, εάν έχει τα χρήματα, στην τιμή που θα έχει τότε στην αγορά. Σημειώνεται πως, στη 12ετία αυτή, ο πτωχεύσας, θα έχει απολέσει ολόκληρη την περιουσία του.
Σημαντική είναι η διευκρίνιση ότι, για το τίμημα, δεν λαμβάνονται υπόψη τα ενοίκια που έχει καταβάλει στη 12ετία ούτε το ποσό που πλήρωσε για την απόκτηση της κατοικίας τους, αρχικά. Δεν είναι δηλαδή κάτι σαν leasing, όπως επιχειρούν να το παρουσιάσουν.
Η εύκολη πτώχευση
Σχετικά με την ευκολία της πτώχευσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων που προβλέπει ο νέος κώδικας, ιδιαίτερη προσοχή, θέλουν τα ακόλουθα σημεία:
Με το Σχέδιο Κώδικα επεκτείνεται η δυνατότητα πτώχευσης σε «όλα τα φυσικά πρόσωπα», καθώς και σε «όλα τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό».
Με την αίτηση πτώχευσης από τους πιστωτές όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία θα γίνονται μέρος της πτωχευτικής περιουσίας που θα ρευστοποιείται με στόχο την ικανοποίησή τους. Δηλαδή καθιερώνονται ταχείες διαδικασίες «πτωχεύσεων μικρού αντικειμένου».
Εισάγεται το τεκμήριο παύσης πληρωμών, με αρκετά στενή έννοια. Όταν δηλαδή κάποιος οφειλέτης «δεν καταβάλλει ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών του ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του προς τον αντίστοιχο φορέα για περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000».
Με βάση το κριτήριο της παύσης πληρωμών στο άμεσο μέλλον θα υπάρξουν αποφάσεις για μαζικές κηρύξεις πτωχεύσεων από τα αρμόδια δικαστήρια. Γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση των εξαγορών και των συγχωνεύσεων και την αναδιάταξη του επιχειρηματικού χάρτη προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομιλών και εις βάρος της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας από την μία και από την άλλη μαζικές εκποιήσεις της κύριας κατοικίας οφειλετών ή απώλειας της προς όφελος των funds και των τραπεζών.
Στην πτωχευτική περιουσία εντάσσεται και η κύρια κατοικία του οφειλέτη ακόμα και των φυσικών προσώπων-νοικοκυριών.
Στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετήσιου εισοδήματος του πτωχού που αποκτά μετά την κήρυξη της πτώχευσης στο βαθμό που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσής του, με αποτέλεσμα ο οφειλέτης να χάνει κάθε δυνατότητα διαχείρισης της περιουσίας που αποκτά μετά την πτώχευση (μεταπτωχευτική περιουσία), στερούμενος στην πράξη και κάθε δυνατότητα «δεύτερης ευκαιρίας».
Δίνεται η δυνατότητα να υποβάλλεται μαζί με την αίτηση πτώχευσης της επιχείρησης και αίτημα εκποίησης, στο σύνολο του ενεργητικού της ή κατά κλάδους, της περιουσίας από εκείνους του πιστωτές που εκπροσωπούν μόνο το 30% του συνόλου των απαιτήσεων σε βάρος του οφειλέτη.
Στη διαδικασία διάσωσης-εξυγίανσης επιχειρήσεων τίθεται ως βασικός κανόνας ότι δεν θα χειροτερεύσει η θέση των πιστωτών ενώ όταν μια επιχείρηση εντάσσεται σε προπτωχευτικό καθεστώς εξυγίανσης, είναι δυνατόν να υπάρξει επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης -η οποία έχει συναφθεί μόνον από πιστωτές - χωρίς τη σύμπραξη του οφειλέτη εφόσον ο οφειλέτης βρίσκεται, κατά τον χρόνο σύναψης της συμφωνίας, σε παύση πληρωμών.
Σε πολυμερείς συμφωνίες αναδιάρθρωσης το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία γίνονται παρακολούθημα των τραπεζών αφού η συμφωνία γίνεται αναγκαστικά αποδεκτή εάν οι απαιτήσεις - του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Ταμείων - δεν υπερβαίνουν το 1,5 εκ. ευρώ και εκπροσωπούν συνολικά ποσό απαιτήσεων μικρότερο από το σύνολο των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων. Με τρόπο αυτό αφαιρείται οποιαδήποτε δυνατότητα αξιολόγησης ή αμφισβήτησης, ακόμη και της έκθεσης του εμπειρογνώμονα, από τους εκπροσώπους του Δημοσίου και καθιερώνεται, η ποινική ασυλία για δημοσίους υπαλλήλους που υπογράφουν τέτοιες συμφωνίες.
Όσον αφορά τα εργασιακά προβλέπεται ότι με την κήρυξη της πτώχευσης επέρχεται αυτοδίκαιη και αζήμια λύση όλων των εκκρεμών και διαρκών συμβάσεων του οφειλέτη, μεταξύ αυτών και των συμβάσεων εργασίας, ενώ δεν απαιτείται η καταβολή αποζημίωσης στους εργαζόμενους. Οι προβλέψεις αυτές αντιστρέφονται πλήρως το ισχύον σήμερα θεσμικό πλαίσιο περί πτώχευσης ν. 3588/2007, αφού εκεί κανόνας ήταν η συνέχιση των συμβάσεων και εξαίρεση η καταγγελία τους, ενώ προβλέπονταν και αποζημίωση για τις συμβάσεις αόριστου χρόνου.
Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός δεν στοχεύει σε εν δυνάμει βιώσιμες επιχειρήσεις (νομικά πρόσωπα και ατομικές), παρότι αποσπασματικά χρησιμοποιείται ο όρος σε διάφορα σημεία του νόμου, αλλά γενικά σε οφειλέτες, χωρίς όμως να αφορά το σύνολο των οφειλών τους, αλλά μόνο τις οφειλές τους προς «θεσμικούς» πιστωτές. Έτσι, ο θεσμός, έχει σημαντικά περιορισμένη περίμετρο, θα λειτουργεί χωρίς τα υπόλοιπα παράλληλα προστατευτικά εργαλεία για το ιδιωτικό χρέος, χωρίς συγκεκριμένη στόχευση και δημιουργώντας αντιφάσεις και κενά.
Επιπλέον επισημαίνεται ότι το πλαίσιο είναι καθαρά προαιρετικό, χωρίς υποχρεωτικούς κανόνες (πλην εξαιρέσεων, ιδίως ως προς το δημόσιο), χωρίς δεσμεύσεις, με τη διαδικασία να «κυριαρχείται» από τις τράπεζες (αυτές καθορίζουν την πλειοψηφία, αυτές διαμορφώνουν το περιεχόμενο).