Κατάργηση της εισφοράς 0,6% στα επιχειρηματικά δάνεια ζητά το ΒΕΘ

Tην κατάργηση της εισφοράς 0,6% του Ν.128/75 στα δάνεια που χορηγούνται από τα τραπεζικά ιδρύματα στις επιχειρήσεις, ζητά το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης με επιστολή του προς τους υπουργούς Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα και Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνι Γεωργιάδη.

Όπως αναφέρει το ΒΕΘ «η κατάργηση της εν λόγω εισφοράς αποτελεί πάγιο και διαχρονικό αίτημα της ελληνικής επιχειρηματικότητας, καθώς πέραν της επιβάρυνσης του ήδη υψηλού κόστους δανειοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων, λειτουργεί και σε βάρος της ανταγωνιστικότητας τους αλλά και των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας».

«Όπως είναι γνωστό, με τις διατάξεις του νόμου 128/75, επιβαρύνονται όλα τα επιχειρηματικά δάνεια που χορηγούνται από τις τράπεζες στις επιχειρήσεις με ποσοστό 0,60%. Η επιβάρυνση αυτή, επί της ουσίας, λειτουργεί ως έμμεσος φόρος, εισπράττεται από τις τράπεζες, αποδίδεται μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος στο ελληνικό δημόσιο και αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού» αναφέρει το ΒΕΘ στην επιστολή του.

«Η προαναφερόμενη εισφορά είχε θεσπιστεί το 1975 με απώτερο στόχο την δημιουργία ενός αποθέματος για την ενίσχυση (επιδότηση) των επιτοκίων των δανείων των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Γενικότερα θεσπίστηκε ως ένα μέτρο ενίσχυσης των ελληνικών εξαγωγών.

Έκτοτε, παρότι με βάση το ισχύον κοινοτικό δίκαιο δεν είναι επιτρεπτή η πριμοδότηση των εξαγωγικών επιχειρήσεων με τέτοιους τρόπους, εντούτοις η εν λόγω εισφορά όχι μόνο δεν έχει καταργηθεί αλλά παραμένει αναλλοίωτη επιβαρύνοντας συνολικά όλες τις επιχειρήσεις επί των υπολοίπων των πάσης φύσεως χορηγηθέντων δανείων και πιστώσεων.

Ζητούμενο επίσης αποτελεί αν και κατά πόσο, παρότι η επιβάρυνση επιβλήθηκε στις τράπεζες, αυτή μετακυλήστηκε στους δανειολήπτες: καθότι σύμφωνα με το γράμμα του νόμου» (παρ.3 του άρθρου 1 του νόμου 128/75) τα πιστωτικά ιδρύματα και όχι ο δανειοδοτούμενος βαρύνονται με την προαναφερόμενη εισφορά.

Με βάση τα προαναφερόμενα ζητούμε την κατάργηση της εισφοράς 0,6% του Ν.128/75, η οποία πέραν της επιβάρυνσης του ήδη υψηλού κόστους δανειοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων, λειτουργεί και σε βάρος της ανταγωνιστικότητας τους αλλά και των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας μας» καταλήγει η επιστολή.