Διπλασιάζονται οι πλειστηριασμοί για να «ξεκαθαρίσουν» τα κόκκινα δάνεια

Διπλασιασμό των πλειστηριασμών, από 16.000 που αναμένεται ότι θα γίνουν φέτος σε πάνω από 30.000 για το 2019 προγραμματίζουν οι τράπεζες, για να πιάσουν το στόχο μείωσης των «κόκκινων» δανείων κατά 50 δισ. ευρώ καλούνται να πραγματοποιήσουν οι ελληνικές τράπεζες, σε διάστημα 3 ετών.

Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, με βάση τις εκτιμήσεις το 2018 θα κλείσει με 16.000 πλειστηριασμούς, από 8.000 μέχρι σήμερα. Για το 2019 αναμένεται οι πλειστηριασμοί να ξεπεράσουν τις 30.000, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε εκπρόσωπος της Eurobank στο συνέδριο ακινήτων της Prodexpo.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν αναλάβει δεσμεύσεις στις αρμόδιες εποπτικές αρχές της Ευρώπης, ότι θα περιορίσουν την τριετία 2019-2021 το ύψος των προβληματικών δανείων στα 35 δισ. ευρώ. Πέραν των πλειστηριασμών, έμφαση θα δοθεί και στις τιτλοποιήσεις και πωλήσεις δανείων, για να καλυφθεί το 50% του στόχου μείωσης.

Επιτελικά στελέχη τραπεζών ανέφεραν ότι οι τράπεζες είναι αποφασισμένες να ολοκληρώσουν με επιτυχία την προσπάθεια της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Όπως υποστήριξαν, η προσπάθεια βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ τα πρώτα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά.


Ο γενικός διευθυντής διαχείρισης προβληματικών δανείων λιανικής τραπεζικής της Eurobank Τάσος Πανούσης, υποστήριξε ότι η προσπάθεια μείωσης των κόκκινων δανείων ήδη έχει σημαντικά αποτελέσματα, υπενθυμίζοντας ότι τον Μάρτιο του 2016 τα κόκκινα είχαν ανέλθει σε 107 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με τον κ. Πανούση, τα «κόκκινα» δάνεια θα μειωθούν με τους εξής τρόπους: κατά 50% με πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων, κατά 25% περίπου με ρυθμίσεις δανείων, κατά 20% μέσω πλειστηριασμών και κατά 10% μέσω διαγραφών.

Από την πλευρά του, ο ανώτερος γενικός διευθυντής της Τράπεζας Πειραιώς Γιώργος Γεωργακόπουλος έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι αποτελέσματα γενναίων ρυθμίσεων που έχουν γίνει τα τελευταία τρίμηνα θα φανούν σε ένα περίπου χρόνο από σήμερα. «Η Τράπεζα Πειραιώς προχώρησε τα τελευταία τρίμηνα σε ρυθμίσεις δανείων 8 δισ. ευρώ με κόστος 1,3 δισ. ευρώ, τα θετικά αυτά αποτελέσματα θα φανούν σε ένα περίπου χρόνο στην εικόνα της τράπεζας», είπε χαρακτηριστικά. Επισήμανε ότι το αποτέλεσμα των προσπαθειών στο τομέα της μείωσης των κόκκινων δανείων είναι εντυπωσιακό για την Τράπεζα Πειραιώς καθώς έχουν υπερκαλυφθεί οι στόχοι, αλλά και γενικότερα για το τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες έχουν πλέον οργανώσει τις δομές τους στο ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ ταυτόχρονα το θεσμικό πλαίσιο όπως διαμορφώθηκε ειδικά στο τομέα της αναγκαστικής εκτέλεσης αλλά και των ρυθμίσεων, συνέβαλε στην μείωση τους.

Τα επιτελικά στελέχη έδωσαν έμφαση επίσης στις πωλήσεις δανείων αλλά και στις τιτλοποιήσεις, επισημαίνοντας ότι στο συγκεκριμένο τομέα στο μέλλον θα υπάρξουν εξελίξεις, με ό,τι θετικό συνεπάγεται αυτό στην προσπάθεια να κερδηθεί η μάχη των κόκκινων δανείων.

Ρυθμίσεις στο «παρά πέντε»

Σημειώνεται ότι από το σύνολο των πλειστηριασμών που διενεργούνται μέσω της πλατφόρμας, το 40% περίπου αναβάλλονται, ενώ το υπόλοιπο 60% των ακινήτων αλλάζουν τελικών χέρια. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία που επισήμανε ο κ. Πανούσης, σύμφωνα με τα οποία 1 στους 3 πλειστηριασμούς που κηρύσσονται άγονοι αφορούν σε ρυθμίσεις που πραγματοποιούν οι οφειλέτες στο «παρά πέντε» -συνήθως την ίδια ημέρα της διενέργειας του πλειστηριασμού.

 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το στοιχείο ότι πάνω από το 25% των πλειστηριασμών που αναρτώνται στην πλατφόρμα αναστέλλονται λόγω προσφυγής των οφειλετών για διόρθωση τιμής, όπως αποκάλυψε ο κ. Γιώργος Φράγκου, β’ γενικός διευθυντής Ακίνητης Περιουσίας της Εθνικής Τράπεζας που συμμετείχε στο ίδιο πάνελ. Όπως εξήγησε ο κ. Φράγκου, είναι συνήθης πρακτική των «κόκκινων» οφειλετών να υποβάλλουν ανακοπή για διόρθωση της τιμής εκκίνησης, με αποτέλεσμα η διαδικασία να παίρνει το δρόμο του δικαστηρίου και επαναλαμβάνεται στη νέα τιμή (εάν αναθεωρηθεί).

Σύμφωνα με την τελευταία αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου των πλειστηριασμών, που πραγματοποιήθηκε υπό την πίεση των Θεσμών πριν από λίγους μήνες, η συνολική διαδικασία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους οκτώ μήνες.