Crédit Suisse: Σωσίβιο 50 δισ. ευρώ από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας
Οι ρυθμιστικοί φορείς της Ελβετίας επενέβησαν σήμερα πετώντας σωσίβιο ρευστότητας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στην εμβληματική Crédit Suisse, κίνηση άνευ προηγουμένου από την ελβετική κεντρική τράπεζα, καθώς οι μετοχές της τράπεζας κατακρημνίστηκαν με εφιαλτικό τρόπο χθες Τετάρτη, έφθασαν να υποχωρούν ακόμη και πάνω από 30% στο χρηματιστήριο, προτού κλείσουν στο -24,24%.
Η απόφαση του εποπτικού φορέα της ελβετικής κεφαλαιαγοράς (FINMA) και της κεντρικής τράπεζας σκοπό έχει να «ενισχυθεί» ο τραπεζικός όμιλος αυτός, που θεωρείται συστημικά σημαντικός, ή αλλιώς πολύ μεγάλος για να αφεθεί να πτωχεύσει.
Είναι η πρώτη φορά που ανακοινώνεται η χορήγηση τόσης ρευστότητας σε μεγάλη τράπεζα σε παγκόσμια κλίμακα από την τραπεζική κρίση του 2008, πάντως κεντρικές τράπεζες είχαν παρέμβει για να εγγυηθούν πως οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θα άντεχαν την πίεση κατά τη διάρκεια της πανδημίας του νέου κορονοϊού.
Τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα, η Crédit Suisse ανακοίνωσε πως θα δανειστεί ως και 50 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (50,6 δισεκ. ευρώ) από την κεντρική τράπεζα.
«Η επιπρόσθετη ρευστότητα θα υποστηρίξει τις κύριες δραστηριότητες της Crédit Suisse και των πελατών της, καθώς η Crédit Suisse λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να δημιουργηθεί μια τράπεζα πιο απλή και στοχευμένη, βασισμένη στις ανάγκες των πελατών της», ανέφερε η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.
Όταν έκλεισε χθες το χρηματιστήριο, η τράπεζα είχε κεφαλαιοποίηση 6,7 δισεκ. ελβετικά φράγκα (6,8 δισεκ. ευρώ), ψίχουλα για μια από τις 30 τράπεζες σε όλο τον κόσμο που θεωρούνται συστημικά σημαντικές, ή αλλιώς πολύ μεγάλες για να πτωχεύσουν.
Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και μικρότερων τραπεζών στις ΗΠΑ πυροδότησε κρίση εμπιστοσύνης, που πλέον μεταφέρθηκε στην Ευρώπη. Οι επενδυτές φάνηκαν να αψηφούν τις διαβεβαιώσεις, ιδίως από τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, για τα μέτρα που εγγυώνται τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, του αμερικανικού και του διεθνούς.