Πρώτη στην Ε.Ε. η Ελλάδα σε κόστος στέγασης και συνωστισμό στα σπίτια

Συλλογή από θλιβερές πρωτιές κάνει η Ελλάδα στην Ε.Ε. με τα τελευταία της επιτεύγματα να την καθιστούν στην κορυφή της λίστας με τα μεγαλύτερα ποσοστά υπερβολικής επιβάρυνσης λόγω κόστους στέγασης και συνωστισμένων νοικοκυριών.

Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat – η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης – στον αντίποδα, με τα χαμηλότερα ποσοστά βρίσκεται η Κύπρος.

Το ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης λόγω κόστους στέγασης είναι το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά που δαπανούν 40% ή και πλέον του διαθέσιμου εισοδήματος τους για σκοπούς στέγασης.

Ο μέσος δείκτης για την Ε.Ε. το 2020 βρισκόταν στο 7,8%, ωστόσο καταγράφονταν σημαντικές διαφορές μεταξύ κρατών μελών.

Πιο αναλυτικά, σε 13 κράτη μέλη, ο συγκεκριμένος δείκτης βρισκόταν κάτω από το 5%, με το χαμηλότερο ποσοστό, 1,9%, να καταγράφεται στην Κύπρο. Ακολουθούσαν η Λιθουανία (2,7%), η Μάλτα (2,8%) και η Σλοβακία (3,2%).

Οι υψηλότεροι δείκτες υπερβολικής επιβάρυνσης καταγράφηκαν στην Ελλάδα (33,3%), τη Βουλγαρία (14,4%)  και τη Δανία (14,1%).

►Όσον αφορά τις συνθήκες διαβίωσης, τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν πως το 17,5% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζούσε σε συνωστισμένα νοικοκυριά το 2020.

Ως συνωστισμένα νοικοκυριά ορίζονται εκείνα όπου δεν υπάρχουν αρκετά δωμάτια για τα μέλη της οικογένειας, δεδομένης της οικογενειακής κατάστασης και της ηλικίας τους.

Όπως σημειώνεται, η έλλειψη χώρου ήταν δυσκολότερη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν τα παιδιά βρίσκονταν στα ίδια δωμάτια με τους γονείς τους, που έπρεπε να εργαστούν εξ αποστάσεως. Επίσης, τα συνωστισμένα νοικοκυριά αύξαναν τον κίνδυνο της εξάπλωσης του ιού.

Το χαμηλότερο ποσοστό συνωστισμένων νοικοκυριών το 2020 καταγράφηκε στην Κύπρο (2,5%), την Ιρλανδία (3,2%), τη Μάλτα (4,2%) και τις Κάτω Χώρες.

Το υψηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στην Ρουμανία όπου σχεδόν ο μισός πληθυσμός (45,1%) ζούσε σε συνθήκες συνωστισμού, ενώ ακολουθούσαν η Λετονία (42,5%), η Βουλγαρία (39,5%), η Πολωνία (36,9%) και η Κροατία (36,2%).

Πηγή: politicus.gr