Ποιοι φορολογούμενοι πιάστηκαν στην παγίδα των τεκμηρίων διαβίωσης

Εκατομμύρια φορολογούμενοι που απέκτησαν κατά τη διάρκεια του 2017 πολύ χαμηλά εισοδήματα φορολογήθηκαν φέτος με τις επαχθείς διατάξεις για τα τεκμήρια διαβίωσης και καλούνται να πληρώσουν υπέρογκα ποσά φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης. Σ' αυτούς περιλαμβάνονται χαμηλόμισθοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, περιστασιακά απασχολούμενοι ακόμη και άνεργοι.


Κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που θα υποβλήθηκαν φέτος από εκατομμύρια νοικοκυριά, οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων εφάρμοσαν και πάλι τις διατάξεις των άρθρων 31 και 34 του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, σύμφωνα με τις οποίες το φορολογητέο εισόδημα κάθε φυσικού προσώπου προσδιορίζεται εναλλακτικά, με βάση τα λεγόμενα «τεκμήρια διαβίωσης», δηλαδή τις ελάχιστες ετήσιες δαπάνες χρήσης και συντήρησης περιουσιακών στοιχείων, όπως κατοικίες, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής, αεροσκάφη και πισίνες, καθώς και ορισμένα άλλα ποσά που, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, αντιπροσωπεύουν τα ελάχιστα ετήσια έξοδα κάθε φορολογούμενου για την ατομική του συντήρηση. Στα «τεκμήρια διαβίωσης» υπάγονται και οι πραγματικά καταβληθείσες δαπάνες του φορολογούμενου για την πληρωμή διδάκτρων σε ιδιωτικά σχολεία καθώς και τα έξοδα για την καταβολή αποδοχών σε υπηρετικό προσωπικό.

 

Οι αρμόδιες για την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, σε όλες τις περιπτώσεις φορολογουμένων άθροισαν όλα τα παραπάνω ποσά «τεκμηρίων» και προσδιόρισαν εναλλακτικά, με τεκμαρτό τρόπο, το συνολικό ετήσιο εισόδημα. Στη συνέχεια συνέκριναν το συνολικό τεκμαρτώς προσδιορισθέν εισόδημα με το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του κάθε φορολογούμενου και σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το πρώτο από τα δύο ποσά ήταν μεγαλύτερο, η επιπλέον διαφορά που προέκυψε προστέθηκε στο δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα και το προσαύξησε. Στην ουσία, σε κάθε τέτοια περίπτωση, ως φορολογητέο εισόδημα ελήφθη υπόψη το τεκμαρτώς προσδιοριζόμενο.

 

Η επιπλέον διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προέκυψε λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων, εφόσον δεν δικαιολογήθηκε από τον φορολογούμενο (με δάνεια, με δωρεές, με λοιπά εισπραχθέντα εισοδήματα απαλλασσόμενα από το φόρο εισοδήματος ή φορολογούμενα αυτοτελώς, με έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις που δεν θεωρούνται εισόδημα, με κέρδη από τυχερά παιχνίδια, με εισαγωγή νομίμως φορολογηθέντος συναλλάγματος ή με την επίκληση περισσεύματος εισοδημάτων που αποκτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια και δαπανήθηκαν εντός του έτους για το οποίο υποβάλλεται τη δήλωση εισοδήματος), φορολογήθηκε:

 

α) ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 20.000 ευρώ, με 29% στο τμήμα από τα 20.000 έως τα 30.000 ευρώ, με 37% στο τμήμα από τα 30.000 έως τα 40.000 ευρώ και με 45% στο τμήμα πάνω από τα 40.000 ευρώ, εφόσον το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου, σε ποσοστό πάνω από 50%, δεν προερχόταν από μισθούς ή συντάξεις. Επιπλέον, επί του φόρου που προέκυψε με βάση την παραπάνω κλίμακα συντελεστών επιβλήθηκε προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, η οποία υπολογίζεται με συντελεστή 100%.

β) ως εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις, δηλαδή με αφορολόγητο όριο 8.636 – 9.545 ευρώ και στη συνέχεια με τους συντελεστές που προαναφέραμε, εφόσον το δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου προερχόταν σε ποσοστό άνω του 50% από μισθούς ή συντάξεις ή ήταν μηδενικό ή εφόσον ο φορολογούμενος ήταν εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ.

γ) ως εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις, δηλαδή με αφορολόγητο όριο 8.636 – 9.545 ευρώ και στη συνέχεια με τους συντελεστές που προαναφέραμε, εφόσον ο φορολογούμενος ήταν κατά κύριο επάγγελμα αγρότης και ποσοστό πάνω από το 50% του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματός του προερχόταν από αγροτικές δραστηριότητες

δ) ως εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις, δηλαδή με αφορολόγητο όριο 8.636 – 9.545 ευρώ και στη συνέχεια με τους συντελεστές που προαναφέραμε, εφόσον ο φορολογούμενος απέκτησε εισόδημα μόνο από κεφάλαιο (από τόκους, ακίνητα κ.λπ.) ή και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το συνολικό τεκμαρτό του εισόδημα (το άθροισμα των τεκμηρίων του) δεν υπερέβαινε το ποσό των 9.500 ευρώ

 

Οι κατηγορίες φορολογουμένων οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν, εξαιτίας της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, πολύ μεγάλα ποσά φόρου, δυσανάλογα των πενιχρών πραγματικών εισοδημάτων που απέκτησαν το 2017 είναι, αναλυτικά, οι εξής:


1) Μισθωτοί, συνταξιούχοι, μικρομεσαίοι επαγγελματίες και αγρότες με χαμηλά πραγματικά εισοδήματα: Λόγω της σημαντικής συρρίκνωσης των πραγματικών εισοδημάτων, την οποία έχει προκαλέσει η πολυετής οικονομική κρίση, πολλοί μισθωτοί, συνταξιούχοι, έμποροι, βιοτέχνες, ελεύθεροι επαγγελματίες και αγρότες φορολογήθηκαν φέτος όχι με βάση τα πολύ χαμηλά εισοδήματα που απέκτησαν το 2017 αλλά με βάση τα πολύ πιο υψηλά, εξωπραγματικά ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων που προκύπτουν με βάση το σύστημα των τεκμηρίων διαβίωσης. Σε πολλές από τις περιπτώσεις αυτές, οι διαφορές μεταξύ των πολύ χαμηλών πραγματικών εισοδημάτων και των πολύ υψηλών τεκμαρτών που προέκυψαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης ήταν αδύνατο να καλυφθούν με περισσεύματα εισοδημάτων ή εσόδων από παρελθόντα έτη καθώς τα ποσά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί σχεδόν στο σύνολό τους για την κάλυψη τεκμηρίων στα προηγούμενα 4 - 5 χρόνια. Ως εκ τούτου οι φορολογούμενοι αυτοί οφείλουν να πληρώσουν τους πολύ υπέρογκους φόρους που αναλογούν στα πλασματικά υψηλά φορολογητέα εισοδήματα που τούς προσδιορίστηκαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης.

 

2) Φορολογούμενοι περιστασιακά απασχολουμένων που ταυτόχρονα εισέπραξαν και πάρα πολύ μικρά ποσά τόκων ή ενοικίων ή και επιδόματα τέκνων: Χιλιάδες φορολογούμενοι που απέκτησαν το 2017 πολύ χαμηλού ύψους εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση και από τόκους καταθέσεων ή κι από ενοίκια καλούνται τώρα να πληρώσουν ποσά φόρου εισοδήματος, τα οποία υπολογίστηκαν με συνολικό συντελεστή φόρου 44% επί εξωπραγματικών ποσών τεκμαρτού εισοδήματος που τούς προσδιόρισαν τα τεκμήρια διαβίωσης. Κι αυτό συνέβη, επειδή σε κάθε τέτοια περίπτωση, η προστιθέμενη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προέκυψε λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων φορολογήθηκε ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ, ο δε φόρος που προέκυψε διπλασιάστηκε αυτόματα καθώς επ' αυτού επιβλήθηκε και προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, με συντελεστή 100%. Στην ίδια παγίδα υπερφορολόγησης έπεσαν και όσοι εισέπραξαν το 2017 χαμηλού ύψους εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση και ακόμη πιο χαμηλού ύψους ποσά επιδομάτων τέκνων.

 

3) Μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες και περιστασιακά απασχολούμενοι ακόμη και άνεργοι, που δεν κατάφεραν να καλύψουν τα απαιτούμενα ποσά δαπανών με «πλαστικό» ή άλλης μορφής «ηλεκτρονικό» χρήμα: Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όσα φυσικά πρόσωπα φορολογούνται φέτος με την κλίμακα φόρου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων όφειλαν να έχουν καλύψει ποσοστά από 10% έως και 18,75% των συνολικών ετησίων φορολογητέων εισοδημάτων τους με δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών εξοφληθείσες με «πλαστικό» χρήμα ή με άλλα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής. Όσοι δεν κάλυψαν πλήρως τα απαιτούμενα ποσοστά, καλούνται να πληρώσουν επιπλέον φόρο εισοδήματος που έχει υπολογιστεί, σε κάθε περίπτωση, με συντελεστή 22% επί του ποσού που παρέμεινε ακάλυπτο. Ως εκ τούτου, εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτοί, συνταξιούχοι, περιστασιακά απασχολούμενοι πολίτες ακόμη και άνεργοι, για τους οποίους ως φορολογητέα ποσά εισοδημάτων ελήφθησαν υπόψη όχι τα πραγματικά εισοδήματα που εισέπραξαν το 2017 αλλά τα πολύ πιο υψηλά τεκμαρτά εισοδήματα, τα οποία προσδιορίστηκαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, επιβαρύνονται τώρα και με επιπλέον φόρο εισοδήματος, επειδή εμφανίζονται να μην έχουν καλύψει τα απαιτούμενα ποσά δαπανών με πληρωμές μέσω «πλαστικού» ή άλλης μορφής «ηλεκτρονικού» χρήματος. Δηλαδή, κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων που υπέβαλαν οι εν λόγω φορολογούμενοι για το 2017, τα ποσοστά ετησίου εισοδήματος 10% -18,75% τα οποία έπρεπε να έχουν καλυφθεί με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών ή μέσω άλλων μεθόδων ηλεκτρονικής πληρωμής δεν υπολογίστηκαν επί των πραγματικών δηλωθέντων εισοδημάτων τους, όπως αυτοί νόμισαν, αλλά επί των υψηλότερων τεκμαρτών τους εισοδημάτων. Παρόμοιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και χιλιάδες κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του 2017 απέκτησαν πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα ή είχαν ζημιές από τις αγροτικές τους δραστηριότητες και τα τεκμήρια διαβίωσης εκτόξευσαν στα ύψη τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους.


Σημειώνεται ότι με βάση τα τελευταία διαθέσιμα αναλυτικά στατιστικά στοιχεία για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, τα οποία αφορούν στο έτος 2016, τα νοικοκυριά που φορολογήθηκαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης κι όχι με βάση τα πραγματικά δηλωθέντα εισοδήματά τους ανήλθαν σε 1.842.135 ή στο 29,74% του συνόλου αυτών που υπέβαλαν δήλωση φορολογίας εισοδήματος (6.194.233). Το συνολικό ποσό του επιπλέον φορολογητέου εισοδήματος, το οποίο προσδιορίστηκε με βάση τα τεκμήρια, ανήλθε σε 6,94 δισ. ευρώ. Κατά το ποσό αυτό προσαυξήθηκε, δηλαδή, το τελικό φορολογητέο εισόδημα των 1.842.135 νοικοκυριών, εξαιτίας της εφαρμογής των τεκμηρίων. Δεδομένου ότι το συνολικό δηλωθέν εισόδημα των νοικοκυριών αυτών έφθασε τα 6,2 δισ. ευρώ και το επιπλέον εισόδημα που τους προσδιόρισαν τα τεκμήρια ήταν άλλα 6,94 δισ. ευρώ, προκύπτει το συμπέρασμα ότι τα τεκμήρια προκάλεσαν την προσαύξηση του φορολογητέου εισοδήματος 1.842.135 νοικοκυριών κατά ποσοστό 111,9%! Το συνολικό ποσό εισοδήματος με βάση το οποίο τα νοικοκυριά αυτά φορολογήθηκαν ξεπέρασε τα 13,1δισ. ευρώ.


Από τα 1.842.135 νοικοκυριά τα οποία παγιδεύτηκαν από τα τεκμήρια και αναγκάστηκαν να φορολογηθούν για εισοδήματα σημαντικά υψηλότερα αυτών που δήλωσαν, τα 659.972 αποτελούνται από μισθωτούς φορολογούμενους, τα 575.329 ήταν νοικοκυριά με φορολογούμενους «εισοδηματίες», τα 306.382 ήταν νοικοκυριά συνταξιούχων, 210.566 ήταν μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες και 89.886 αγρότες.