Πάνω από το 1/3 των νοικοκυριών επιβαρύνεται υπερβολικά από το κόστος στέγασης στην Ελλάδα
Υπερβολική επιβάρυνση από το στεγαστικό κόστος αντιμετωπίζει το 36% των νοικοκυριών στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία του 2019, γεγονός που σημαίνει ότι στις περιπτώσεις αυτές το σύνολο των δαπανών για στέγαση υπερβαίνει το 40% του εισοδήματος του νοικοκυριού.
Το ποσοστό αυτό ορίζεται, άλλωστε, από τη Eurostat ως το όριο της οικονομικά προσιτής κατοικίας. Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του 36% για την Ελλάδα, αυτό θεωρείται μακράν το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη καθώς σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat μετά από την Ελλάδα ακολουθούν η Βουλγαρία με 18%, το Ηνωμένο Βασίλειο με 15%, η Δανία με 15% και η Γερμανία με 14%. Τα στοιχεία αυτά παρουσίασε σήμερα κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνέντευξης τύπου, η ερευνήτρια του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, Μαρία Καραγιάννη υπογραμμίζοντας ότι «για την Ελλάδα το κόστος της στέγασης αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα πολύ σημαντικότερο από ό,τι σε άλλες χώρες, γεγονός που είναι και αποτέλεσμα της έλλειψης στεγαστικής πολιτικής».
Ειδικότερα για την περιοχή της Θεσσαλονίκης, η κ. Καραγιάννη γνωστοποίησε ότι η έρευνα που ανατέθηκε από τον Δήμο Θεσσαλονίκης και την Αναπτυξιακή Μείζονος Αστικής Θεσσαλονίκης (ΜΑΘ) ΑΕ στο ΑΠΘ και ξεκίνησε το 2020, έδειξε ότι τη χρονιά αυτή τα ενοίκια στο Δήμο Θεσσαλονίκης ξεπέρασαν κατά 38% τα προ κρίσης επίπεδα. «Το μέσο ενοίκιο ανά τ.μ. στις αρχές του 2020 ήταν κατά 9% αυξημένο ακόμη και σε σύγκριση με το 2019, κυρίως λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας. Οι αυξήσεις αυτές μάλιστα ήταν εντονότερες σε συγκεκριμένες συνοικίες εκτός του ιστορικού κέντρου της πόλης. Ενδεικτικά οι μέσες τιμές ενοικίασης αυξήθηκαν στο Δήμο Θεσσαλονίκης κατά 17% από το 2016 ως το 2020, στην Άνω πόλη κατά 34%, στην Τούμπα κατά 35% και κατά 54% στην Χαριλάου», πρόσθεσε.
Σχέδιο δράσης από τον Δήμο Θεσσαλονίκης
Απέναντι στην κατάσταση αυτή ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών του Δήμου Θεσσαλονίκης Μιχάλης Κούπκας, επισήμανε ότι «η πόλη αντιμετωπίζει ένα σημαντικό ζήτημα έλλειψης οικονομικά προσιτής κατοικίας για ευάλωτες κοινωνικά και οικονομικά ασθενέστερες ομάδες». Για το λόγο αυτό αποφασίστηκε η εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης στο πλαίσιο του οποίου όπως είπε θα προωθηθεί η κοινωνική και οικονομικά προσιτή κατοικία στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Αυτό θα γίνει σε συνεργασία με τη ΜΑΘ ΑΕ που θα αποτελέσει τον φορέα κοινωνικής μίσθωσης για την αξιοποίηση του αναξιοποίητου δημόσιου και ιδιωτικού κτιριακού αποθέματος της πόλης για τη δημιουργία μιας δεξαμενής κατοικιών που θα διατεθούν ως κοινωνική και οικονομικά προσιτή κατοικία με κοινωνικά κριτήρια.
Η πρόεδρος της ΜΑΘ ΑΕ, αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Τουρισμού, Μαρία Καραγιάννη, τόνισε ότι θα δοθούν κίνητρα σε ιδιοκτήτες παλιών κατοικιών που δεν μπορούν να τις ανακαινίσουν ώστε αφού καταγραφούν, να αναλάβει η Αναπτυξιακή να τις ανακαινίσει με πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το Εξοικονομώ ή και άλλα. Στη συνέχεια θα ακίνητα αυτά θα προσφερθούν σε κοινωνικά ευαίσθητες και ευάλωτες ομάδες και μετά από την πάροδο κάποιου χρονικού διαστήματος που θα προκύψει από κάποια χρηματοοικονομική ανάλυση θα παραδοθούν στους ιδιοκτήτες τους ανακαινισμένα.
Ο Ανδρέας Καραδάκης από το Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού του Δήμου Θεσσαλονίκης διευκρίνισε ότι «για όλο αυτό το διάστημα που τα σπίτια θα ανακαινιστούν και θα είναι παραχωρημένα στη ΜΑΘ για να αξιοποιηθούν ως κοινωνική κατοικία οι ιδιοκτήτες θα εισπράττουν ένα πολύ χαμηλό και εγγυημένο για όλη τη διάρκεια της παραχώρησης μίσθωμα» και στο τέλος θα παίρνουν το σπίτι τους πλήρως ανακαινισμένο και αναβαθμισμένο.
Σύμφωνα με την έρευνα του ΑΠΘ, όπως επισήμανε η ερευνήτρια Ματίνα Καψάλη, σε δήμους του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης που μελετήθηκαν εντοπίστηκαν περίπου 507.834 κατοικίες από τις οποίες οι κενές ήταν περίπου 123.000. Συνολικά όμως μπορούν να αξιοποιηθούν ιδιωτικά ακίνητα προς ενοικίαση που είναι άμεσα διαθέσιμα, ιδιωτικά ακίνητα που είναι κενά ή εγκαταλειμμένα, ακίνητα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και λοιπών φορέων όπως τραπεζών και ιδρυμάτων και οικόπεδα και εκτάσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα και άλλων φορέων που μπορούν να αξιοποιηθούν για την κατασκευή νέων μονάδων οικονομικά προσιτής κατοικίας. Ωφελούμενοι μπορεί να είναι άτομα και νοικοκυριά που κατοικούν στη Θεσσαλονίκη μόνιμα ή προσωρινά χωρίς ιδιόκτητη στέγη και που αντιμετωπίζουν συνθήκες εισοδηματικής ή και στεγαστικής επισφάλειας. Σε αυτούς περιλαμβάνονται τα νοικοκυριά χαμηλών εισοδημάτων, ο φοιτητικός πληθυσμός της πόλης, οι πρόσφυγες, οι αιτούντες άσυλο και ο πληθυσμός σε έλλειψη στέγης.