Αναταραχή στις αγορές ομολόγων - «Καμπανάκι» για την Ελλάδα
Έντονες ανησυχίες στις διεθνείς αγορές προκαλεί η απότομη άνοδος των αποδόσεων των ομολόγων, που αρχίζει να ασκεί πίεση και στην ελληνική κυβέρνηση, καθώς η απόδοση του 10ετούς τίτλου του Δημοσίου έχει εκτιναχθεί πάνω από το 1,10%, δηλαδή σε επίπεδα διπλάσιο από το ιστορικό χαμηλό του 0,55%, που είχε καταγραφεί στα μέσα Δεκεμβρίου.
Το πρόβλημα είχε φανεί από τις 18 Φεβρουαρίου, όταν η απόδοση του 10ετούς είχε ξεπεράσει το 0,80%, αλλά τις τελευταίες ημέρες η αύξηση της απόδοσης, ως συνέπεια ρευστοποιήσεων ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, έχει επιταχυνθεί και δυσχεραίνει σοβαρά την προσπάθεια του υπ. Οικονομικών και του ΟΔΔΗΧ να συνεχίσουν να αντλούν ρευστότητα από την αγορά ομολόγων με χαμηλό κόστος, όπως πέτυχαν τον Ιανουάριο, μέσω της έκδοσης 10ετών, με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο (0,80%) και μεγάλη επενδυτική συμμετοχή.
Η αναταραχή στις αγορές ομολόγων δεν επηρεάζει μόνο την Ελλάδα, αλλά συνολικότερα τον ευρωπαϊκό Νότο, δηλαδή τις κατά τεκμήριο ασθενέστερες οικονομίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόδοση του ιταλικού δεκαετούς ξέφυγε από το 0,44% όπου βρισκόταν στις 12 Φεβρουαρίου, στο 0,83% χθες, δηλαδή σχεδόν διπλασιάσθηκε. Προχθές, η έκδοση 5ετών ομολόγων της Ιταλίας είχε πολύ ασθενές επενδυτικό ενδιαφέρον. Την ίδια ώρα, και η Γαλλία βλέπει την απόδοση των 10ετών τίτλων της να επιστρέφει σε τιμές πάνω από το μηδέν, ενώ ήταν σταθερά αρνητική για πολλούς μήνες.
Αλλαγή κατεύθυνσης στις αγορές ομολόγων
Το «σήμα» για αλλαγή κατεύθυνσης στις αγορές ομολόγων, με μαζικές ρευστοποιήσεις από τους επενδυτές που πίεσαν τις τιμές και αυξάνουν τις αποδόσεις, δόθηκε από την άλλη όχθη του Ατλαντικού. Οι επενδυτές βλέπουν ότι το «πακέτο Μπάιντεν» των 1,9 τρισ. δολ., σε συνδυασμό με την πρόοδο στους εμβολιασμούς αρχίζουν να «ζεσταίνουν» την αμερικανική οικονομία και να αλλάζουν τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό, με συνέπεια να αναπροσαρμόζονται και οι αποδόσεις των ομολόγων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το αμερικανικό 10ετές, το ομόλογο - βαρόμετρο για την παγκόσμια αγορά, ξεπέρασε το 1,50%, φθάνοντας σε επίπεδο απόδοσης που είχε να καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020, πριν το ξέσπασμα της πανδημίας και πριν αρχίσει μια πρωτοφανής πτώση της απόδοσής του, που εν πολλοίς αποτελέσει και τον σημαντικότερο παράγοντα για τη δυναμική άνοδο των μετοχών στη Wall Street. Χθες, οι απώλειες, ιδιαίτερα των τεχνολογικών μετοχών, που έχουν και τις πιο «φουσκωμένες» αποτιμήσεις, ήταν βαριές στη Νέα Υόρκη.
Το πρόβλημα για τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες στην ευρωζώνη είναι ότι για τα δεδομένα της ευρωπαϊκής οικονομίας, που βγαίνει με καθυστέρηση από την πανδημία και με πολύ πιο ασθενείς προσδοκίες για τον πληθωρισμό σε σχέση με τις ΗΠΑ, η εκτίναξη των αποδόσεων είναι πρόωρη και προκαλεί σύσφιξη των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, την ώρα που πολλές κυβερνήσεις χρειάζονται φθηνή πρόσβαση στις αγορές για δανεισμό, προκειμένου να στηρίξουν τις οικονομίες με δημοσιονομικά μέτρα.
Κίνδυνος συνέχισης της αύξησης των αποδόσεων
Η Ελλάδα ίσως είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από αυτή την άποψη, καθώς η οικονομία βρίσκεται σε πολύ βαθιά ύφεση (διψήφιο ποσοστό κάμψης) και το α' τρίμηνο του 2021, ο πληθωρισμός είναι ο χαμηλότερες στην ευρωζώνη (-2,9%) και βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπη με αυξημένο κόστος δανεισμού του Δημοσίου, που θα προκαλέσει συνολικότερες δυσκολίες στην πρόσβαση και του ιδιωτικού τομέα σε χρηματοδότηση.
Το Δημόσιο προγραμματίζει να αντλήσει φέτος από την αγορά ομολόγων έως και 12 δισ. ευρώ και ήδη έχει αντλήσει τον Ιανουάριο 5,5 δισ. ευρώ, αλλά πλέον η πρόσβαση στην αγορά γίνεται δυσκολότερη και το υπουργείο Οικονομικών υπάρχουν ενδείξεις ότι προσπαθεί να αξιοποιήσει κάθε ευρώ διαθέσιμης ρευστότητας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ώστε να αποφύγει ακριβότερο δανεισμό από την αγορά.
Ολους τους τραπεζικούς λογαριασμούς φορέων του Δημοσίου που έχουν μείνει εκτός Τράπεζας της Ελλάδος και κεντρικού ταμειακού προγραμματισμού από το υπουργείο Οικονομικών «σκουπίζει» η κυβέρνηση, με απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Θόδωρου Σκυλακάκη και υπό την απειλή εξαιρετικά αυστηρών κυρώσεων στους φορείς που δεν θα συμμορφωθούν.
Αν συνεχισθεί η αναταραχή στα ομόλογα, όμως, είναι σαφές ότι ασθενείς οικονομίες, όπως η ελληνική και η ιταλική, δεν έχουν πολλά περιθώρια να αντιδράσουν με δικά τους μέσα και θα χρειασθούν εξωτερική βοήθεια για να αποφύγουν μια αύξηση των αποδόσεων σε επίπεδα που θα σηματοδοτούν αποκλεισμό από την αγορά, όπως συνέβη στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2020, που είχε «σκαρφαλώσει» η απόδοση του 10ετούς κοντά στο 4%.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εμφανίζεται έτοιμη να παρέμβει, εάν χρειασθεί, όπως έκανε και στην αρχή της κρίσης της πανδημίας. Η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι παρακολουθεί πολύ στενά τις εξελίξεις στις αγορές ομολόγων, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, τόνισε χθες ότι υπάρχει ευελιξία στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα, ενώ η Ίσαμπελ Σνάμπελ, μέλος τους εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, εμφανίσθηκε ακόμη πιο τολμηρή σήμερα αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο πρόσθετων μέτρων στήριξης.